Κυριακή 11 Ιουνίου 2017

Ανάγκη

Ποτέ δε μου άρεσαν ιδιαίτερα τα Σάββατα.
Θυμάμαι, πως πάντα με έπνιγε αυτή η μιζέρια
της μικροαστικής διασκέδασης που ανέβλυζε από παντού.
Το ότι είναι η μέρα που πρέπει να περάσουμε καλά.
Τώρα έχω έναν ακόμα λόγο να τα απεχθάνομαι,
μιας κι εσύ Σάββατο έφυγες.
Στην πραγματικότητα ποτέ δε θεωρούσα αυτά που γράφω ποιήματα.
Δεν είναι τίποτα περισσότερο,
τίποτα λιγότερο,
από ανάγκη.
Ανάγκη να αποτυπώσω τις σκέψεις μου,
αφού δεν έχω κανέναν για να το κάνω προφορικά.
Οι φίλοι μου αμφιβάλω αν ενδιαφέρονται γι' αυτές,
κυρίως γιατί αμφιβάλω πως είμαστε φίλοι.
Με την λεξιλογική έννοια του όρου.
Απλά ορισμένα άτομα που περνάμε χρόνο μαζί,
γιατί δεν την παλεύουμε μόνοι,
χωρίς να υπάρχει κάποια ουσιαστική επικοινωνία ή ενδιαφέρον.
Ανάγκη λοιπόν, όχι ποιήματα.
Κακόγουστα, ηλίθια και ανέμπνευστα.
Σίγουρα δε θα άρεσαν ποτέ σε κανέναν.
Η αλήθεια είναι,
πως τόσο καιρό έγραφα,
χωρίς να απευθύνομαι κάπου ή σε κάποιον συγκεκριμένα.
Περισσότερο έγραφα για την ανάγκη της επικοινωνίας,
ακόμα και όταν έγραφα κάτι που φαινόταν πιο στοχευμένο,
το έγραφα μόνο και μόνο επειδή ανέκαθεν με συνέπαιρνε το κόνσεπτ του έρωτα.
Και η ειρωνεία είναι πως τώρα,
νιώθω σαν όλα όσα έχω γράψει,
να μιλούν για σένα.
Δεν εννοώ πως ήταν καρμικό να βρεθούμε και να 'μαστε μαζί
ή άλλες τέτοιες χίπικες αηδίες.
Απλώς το ότι βρήκαν τον προσανατολισμό τους.
Ίσως ποτέ να μην πίστεψες εντελώς το πως νιώθω πραγματικά,
όχι για σένα,
αλλά για το βάρος στο στήθος μου.
Για όλα αυτά που σου 'λεγα τα ξημερώματα ,
όταν έφευγα φρικαρισμένος από το σπίτι
και σε έπαιρνα τηλέφωνο.
Δεν φταις όμως εσύ γι' αυτό,
γιατί δε με έχεις δει ποτέ έτσι.
Γιατί όταν είμαστε μαζί,
ξεχνάω οτιδήποτε μου τρώει τα σωθικά.
Το γέλιο σου είναι ελιξήριο για κάθε μέρα που σπατάλησα στο σπίτι,
τα τελευταία 5 χρόνια προσπαθώντας να βρω έναν τρόπο να την παλέψω.
Όμως όλα αυτά,
όλα αυτά τα καταραμένα τρωκτικά δεν είχαν φύγει.
Απλώς είχαν πέσει σε λήθαργο.
Και σιγά σιγά έχουν αρχίσει να συνέρχονται.
Είναι τόσα πολλά που θα θελα να σου πω,
φοβόμουν όμως πως θα νιωθες πως πνίγεσαι
και ακόμα χειρότερα, πως δε θα 'θελες καν να σε τραβήξω στην επιφάνεια.
Όχι γιατί είναι άσχημα,
αλλά το ακριβώς αντίστροφο.
Τα ομορφότερα συναισθήματα είναι αυτά που μας βαραίνουν τις περισσότερες φορές,
η ευθύνη που αυτά φέρουν.
Το ημερολόγιο ενός τρελού είναι.
Αν και δε νομίζω πως μπορώ πλέον να γράψω.
Το μόνο που μου μένει τώρα,
είναι να περιμένω αυτές τις δυο βδομάδες να περάσουν,
ώστε να μπορέσω να εξαργυρώσω το εισιτήριο
και να είμαι εκεί.
-Ναι, αλλά και μετά; Τι;
Δε ξέρω.
Σου έχω πει, πως δε μου αρέσει να μιλάω υποθετικά.
Αυτό που ξέρω σίγουρα,
είναι πως θα 'θελα να βάλουμε μια τεράστια φωτιά σε όλες τις γαμημένες λεωφόρους,
τους δρόμους και τις εθνικές οδούς.
Μη με ξεχνάς.
Μη με ξεχάσεις.

Κυριακή 4 Ιουνίου 2017

Days

Δεν θα πειράξω τίποτα.
Θέλω να τα αφήσω όλα όπως έχουν.
Τον καναπέ δε θα τον σηκώσω.
Θα τον αφήσω ανοιχτό, όπως τον είχαμε
να μου θυμίζει τις ατελείωτες ώρες που καθόμασταν
και κάτι θα βλέπαμε, κάτι θα συζητάγαμε
θα παίζαμε, θα τρώγαμε, θα πίναμε
θα κάναμε έρωτα.
Ούτε τα τασάκια θα αδειάσω,
να μου θυμίζουν πως εδώ κάποτε ήταν και κάποιος άλλος,
που κάπνιζε.
Άλλωστε θα έχουν ακόμα πάνω τη γεύση των χειλιών σου.
Το μαξιλάρι που κοιμόσουν δε θα το βάλω κάτω από τον καναπέ,
θα το κρατήσω όπως είναι,
από τη μέσα πλευρά του κρεβατιού.
Τη λεκάνη δε θα τη βγάλω έξω στο μπαλκόνι,
θα την κρατήσω εκεί, δίπλα από το κρεβάτι,
να μου θυμίζει το πόσο αγχωμένη ήσουν,
ακόμα και όταν ήσουν μεθυσμένη,
για το αν έκανες ή είπες κάτι που μπορεί να με ενόχλησε,
óταν το μόνο πράγμα που με ενοχλούσε,
ήταν το ότι ήξερα πως κάποια στιγμή θα σε έχανα.
Δε στο έχω πει ποτέ,
αλλά προσπαθούσα να προετοιμαστώ από την πρώτη μέρα γι' αυτό,
προσπαθούσα συνεχώς να συνειδητοποιήσω πως μια μέρα,
δε θα είμαστε πλέον μαζί,
ώστε όταν έρθει αυτή η γαμημένη -όπως και ήρθε-
να μου είναι λιγότερο βασανιστικό.
Όμως παπάρια.
Μόλις γύρισα σπίτι και είδα το πόσο άδειο είναι,
ότι τα ρούχα σου πλέον δεν είναι στοιβαγμένα μαζί με το backpack,
δίπλα από την τηλεόραση,
ότι το ράφι στην ντουλάπα ήταν πλέον άδειο,
ότι έλειπε η οδοντόβουρτσα σου και τα πράγματα σου από το μπάνιο,
ξέσπασα στα κλάματα.
Ήταν η στιγμή που το κατάλαβα για πρώτη φόρα,
πως πλέον δε θα κοιμάμαι
και δε θα ξυπνάω δίπλα σου.
Πως δε θα ξανακούσω να μου λες το πόσο με θες
και ούτε θα ξανακλάψεις στην αγκαλιά μου,
για τον οποιονδήποτε λόγο.
Ανάθεμα.
Αν μπορούσα θα κρατούσα μέχρι και τα πιάτα
και τις κατσαρόλες άπλυτες.
Θα φυλάξω το κλειδί απ' τις εστίες σαν την πιο ανοξείδωτη ελπίδα,
πως τουλάχιστον κάποια μέρα θα ξανανέβεις για τα πράγματα σου
και θα σε δω.
Μου ζήτησες να πάω να πετάξω τη γρανίτα.
Φοβάμαι όμως, οτι αν μπω στο δωμάτιο σου
θα με καταπιεί ακόμα περισσότερο η απελπισία,
από τις αναμνήσεις.
Όπως την πρώτη φορά που πήγες να μείνεις μόνη σου.
Και εν τέλει δεν έμεινες μόνη.
Θυμάσαι;
Συνεχιζω να μη θέλω να σε αφήσω μόνη.
Δε θα ξεχάσω ούτε μία από αυτές τις ιερές μέρες μαζί σου,
όπως λέει και το τραγούδι,
το τραγούδι που μου ζήτησες να μην ακούσω όταν έφευγες τότε από το σπίτι,
το καλοκαίρι.
Όμως εγώ το άκουγα, κρυφά.
Γιατί νόμιζα πως όλο αυτό θα τέλειωνε εκεί,
σε αυτές τις 3 μέρες,
όμως όχι.
Ευτυχώς όχι.
Και τώρα έχω μείνει με δύο πράγματα να μετανιώνω.
Το ένα, είναι πως ακόμα αμφιβάλω αν κατάφερα να σου δείξω όλα όσα νιώθω για σένα
και όλα όσα σημαίνεις για μένα.
-συνειδητά παρέλειψα τον Αόριστο-
Το άλλο, είναι πως εν τέλει δε σου μαγείρεψα ποτέ,
όπως σου είχα υποσχεθεί πως θα κάνω.
Εξακολουθώ να θέλω να πάω κάποιο ταξίδι μαζί σου.
Δε θα ξεχάσω.
Και θέλω να πιστεύω ούτε εσύ.
Άλλωστε, πάντα θα έχουμε την πρώτη σελίδα του Queer.